Την Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014, η οικογένεια, συγγενείς, φίλοι και
συμμαθητές παρέστησαν στην εξόδιο ακολουθία του κοιμηθέντα Κωνσταντίνου Κουκουφίκη
και συνόδευσαν το σώμα του στην τελευταία του κατοικία, για να πληρωθεί το ρηθέν
«χοῦς εἰ καὶ εἰς χοῦν ἀπελεύσει». Παρέστησαν και ε.ε.
συνάδελφοι ως εκπρόσωποι των Ε.Δ. και ένας εξ αυτών ανέγνωσε τον επικήδειο λόγο
κατά τα προβλεπόμενα.
Ο Κωνσταντίνος Κουκουφίκης, αγαπημένος συμμαθητής
και φίλος, γεννήθηκε στη Μαυρούδα Θεσσαλονίκης από Σαρακατσάνους γονείς,
πρωτότοκος μεταξύ πέντε αδελφών.
Ξεκίνησε τη ζωή του δύσκολα σαν πολλούς
άλλους εκείνη την εποχή. Τα νιάτα του, η νεανική του ζέση, τα πατροπαράδοτα ήθη
και έθιμα και το πλέγμα αξιών και ο κώδικας τιμής που του ενστάλαξε η οικογένειά
του, τον οδήγησαν το 1969 στην Σχολή Ευελπίδων.
Γνωρίστηκα με τον Κώστα κάπου μετά την
άδεια των Χριστουγέννων, όταν δειλά-δειλά αρχίσαμε οι πρωτοετείς να μπαίνουμε
στο χώρο ψυχαγωγίας της Σχολής και περίσσευε λίγος χρόνος για χαλάρωση. Απ’ τη
Μακεδονία και οι δυο, μαζί και με κάποιους άλλους λιγοστούς Μακεδόνες.
Κάπου εκεί άρχισαν να κυκλοφορούν και τα
πρώτα παρατσούκλια. «Κομφούκιος»
το δικό του και του έμεινε για πάντα. Τυχαίο; Ίσως . . .
Η ζωή και η εκπαίδευση στη Σχολή Ευελπίδων του
προσέθεσαν νέα και θετικά στοιχεία, θωράκισαν τον χαρακτήρα του και τον
εξόπλισαν με ότι χρειαζόταν για να γίνει αξιωματικός.
Το 1973
ορκίστηκε Ανθυπολοχαγός Πεζικού και ξεκίνησε να πραγματώσει όνειρα και στόχους.
Το 1977
νυμφεύτηκε την «Γερακίνα» Χρυσούλα
και πολύ γρήγορα δημιούργησαν μια πανέμορφη οικογένεια με δυο αγόρια που σήμερα
είναι πια άνδρες. Άνδρες στο
κορμί και στο μυαλό.
Όσοι τον γνώρισαν, όσοι δούλεψαν
μαζί του και κυρίως, όσοι τον έζησαν από κοντά, γνωρίζουν πολύ καλύτερα το ποιός
υπήρξε ο Κώστας Κουκουφίκης.
Ξεκίνησε τη ζωή του δύσκολα. Δύσκολα την συνέχισε, αγωνιζόμενος καθημερινά
για τον συνάνθρωπο, μέσα και έξω απ’ το στράτευμα, όπου κι αν βρέθηκε, όπου κι
αν υπηρέτησε.
Προβληματισμένος συνεχώς, είχε
τον φάρο του, και τους αντικειμενικούς σκοπούς του ξεκαθαρισμένους αλλά συχνά-πυκνά,
συναντούσε άγνωστο έδαφος και αχαρτογράφητα νερά. Προβληματισμοί κοινοί, όλων αυτών που πρέπει να εκπαιδεύσουν και να διοικήσουν τα παλικάρια
που οι μάνες στέλνουν να υπηρετήσουν την Πατρίδα.
Σε κάθε ευκαιρία στις συνήθεις συζητήσεις
μας, αναρωτιόταν μονολογώντας «μου χρεώνουν ψυχές - την
δικιά μου πού να την ακουμπήσω;», για να δείξει στην συνέχεια με το δάχτυλο προς
τα πάνω.
Συστηματικά και αταλάντευτα
αρνήθηκε οποιαδήποτε έξωθεν ή άνωθεν παρέμβαση στην εκτέλεση των καθηκόντων
του. Δέχτηκε
προειδοποιήσεις, λίβελους και εκφοβισμούς από δημοσιογραφικά τρωκτικά – σημερινούς
«αγωνιστές» - που προσπαθούσαν να επηρεάσουν μεταθέσεις οπλιτών. Με εντολές έξωθεν οι στρατιωτικοί του προϊστάμενοι έφθασαν
στο σημείο να τον μεταθέσουν με άμεσα σήματα τέσσερεις φορές μέσα σε λιγότερο
από δύο ώρες.
Έμεινε πιστός στις αρχές του. Ποτέ δεν απέφυγε τον αγώνα. Ήταν εκεί σε κάθε
κάλεσμα και κάθε πρόσκληση ή πρόκληση για να δώσει την ίδια του την καρδιά,
χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς αποκλεισμούς και αρκετές φορές σε βάρος της δικής του
ζωής και της οικογένειάς του. Δεν απέστρεψε ποτέ το βλέμμα του, δεν γύρισε ποτέ
την πλάτη του ακόμη και σ’ αυτούς που του το έκαναν.
Και όταν διαπίστωσε ότι τα όνειρά
του ήταν ανεδαφικά και οι αρχές και οι αξίες του ασύμβατες με το σύστημα που
υπηρετούσε, αποφάσισε να παραιτηθεί αντί να συνοδοιπορήσει και να απορροφηθεί
από την συστημική κρίση.
Δύσκολα συνέχισε και σαν
απόστρατος. Με την αμέριστη
συμπαράσταση και βοήθεια της γυναίκας του έστησε απ’ το μηδέν δύο καταστήματα
με είδη δώρων και ασημικά για να αποτραβηχτεί στη συνέχεια με την εμφάνιση των
πρώτων σοβαρών συμπτωμάτων της ασθένειάς του.
Δύσκολα τελείωσε την ζωή του
παλεύοντας τα τελευταία χρόνια με μια ανίατη αρρώστια.
Ποτέ δεν εγκατέλειψε, . . . μέχρι
που τον κάλεσε ο Πανάγαθος.
«Υπάρχουν
τρεις πλευρές σ ένα Μεγάλο Άνδρα. Όταν τον
βλέπεις από μακριά, φαίνεται σκληρός και σταθερός. Από κοντά, είναι ευχάριστος.
Και όταν μιλάει, τα λόγια του είναι ξεκάθαρα.» Κομφούκιος, 551-479 π.X., Κινέζος Φιλόσοφος
Δεν θα χαρακτήριζα τον «Κομφούκιο» Μεγάλο
Άνδρα. Όσο Μεγάλοι κι αν γίνουμε δεν θα πάψουμε ποτέ
να είμαστε μια απειροελάχιστη ασημαντότητα μέσα στο μεγαλείο του αχανούς Σύμπαντος,
κάτι που συχνά ξεχνάμε για να προβάλλουμε το ανύπαρκτο Εγώ μας.
Ωστόσο, επειδή «Προς γαρ το
τελευταίον εκβάν, έκαστον των πριν
υπαρξάντων κρίνεται», και επειδή «Ἐπελθὼν ὁ θάνατος πάντα ἐξηφάνισται», οφείλω ως ύστατη τιμή στον
αγαπημένο φίλο και συμμαθητή να καταθέσω από ψυχής ότι ο Κωνσταντίνος Κουκουφίκης,
ο «Κομφούκιος», έζησε σκληρά πειθαρχημένος και
αφοσιωμένος στα αξιακά νάματα του Αξιωματικού και του Οικογενειάρχη με
ιδιαίτερη σεμνότητα, με προσήνεια και μέριμνα και προ παντός, με καθαρά λόγια
και έργα προς κάθε κατεύθυνση.
Ευτύχησε σαν σύζυγος, ευτύχησε
σαν πατέρας, έγινε και παππούς και είχε στο πλευρό του μια γυναίκα που του
έδωσε τα φτερά για να καταφέρει να είναι σήμερα στις καρδιές μας. Κι αυτό κάνει
ακόμη πιο δύσκολο τον
αποχωρισμό.
Η Τάξη 1973 της Σχολής Ευελπίδων αποχαιρετούμε τον εν
πίστει κεκοιμημένο συμμαθητή και φίλο Κωνσταντίνο Κουκουφίκη και ευχόμαστε «Γαῖαν ἔχοι ἐλαφρὰν».
Στην οικογένεια του κεκοιμημένου ευχόμαστε την «ἀπὸ Θεοῦ παρηγορίαν».
Κωνσταντίνος Παπανικολάου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου